Μικρότερο κατά 3,9 δισ. ευρώ θα είναι το μαξιλάρι διαθεσίμων που θα έχει η Αθήνα για την έξοδο στις αγορές τον Αύγουστο του 2018 σύμφωνα με την σύγκριση ανάμεσα στον νέο προγραμματισμό των θεσμών και σε αυτόν του 2016. Κατά 4,4 δισ. ευρώ μικρότερο θα είναι (λόγω πλεονασμάτων) το τελικό ποσό του δανείου του ESM που θα φτάσει στα κρατικά ταμεία. Επίσης οι υπολογισμοί δείχνουν ότι πληρώνονται αλλά δεν… μειώνονται τα «φέσια» του κράτους προς ιδιώτες καθώς νέες οφειλές δημιουργούνται.

Λερναία Ύδρα τα κρατικά φέσια, ανεπαρκείς οι δόσεις από τον ESM. Το σχέδιο των δανειστών για την κατανομή των δόσεων μέχρι το τέλος του προγράμματος προβλέπει ένα σημαντικά χαμηλότερο μαξιλάρι διαθεσίμων που θα μπορέσει να δημιουργήσει η Ελλάδα έως τον Αύγουστο του 2018 (αν έως τότε έχει ολοκληρώσει με επιτυχία όλες τις αξιολογήσεις που μεσολαβούν και είναι 4 ή 5 τον αριθμό), ούτως ώστε να μπορέσει να βγει με επιτυχία στις αγορές.

Σύμφωνα με την Έκθεση Συμμόρφωσης της Κομισιόν (Compliance Report) σημεία της οποίας αποκάλυψε χθες το πρακτορείο Bloomberg προβλέπεται ταμειακό απόθεμα 9 δισ. ευρώ στο τέλος του προγράμματος το οποίο εκτιμάται από την Επιτροπή ότι θα μπορέσει να καλύψει χρηματοδοτικά τη χώρα για περίπου 10 μήνες στη συνέχεια, δηλαδή μέχρι την άνοιξη του 2019. Ωστόσο στην προηγούμενη Έκθεση Συμμόρφωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (σ.σ. η οποία ανακοινώθηκε ένα χρόνο πριν, το 2016 για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης) το μαξιλάρι διαθεσίμων ήταν πολύ μεγαλύτερο: έφτανε στα 12,9 δισ. ευρώ τον Αύγουστο του 2018 σύμφωνα με τον τότε προγραμματισμό για καταβολή δόσεων και για τις δυνατότητες των ελληνικών κρατικών ταμείων. Σημειώνεται ότι όπως έχουν κάνει σαφές οι θεσμοί τις τελευταίες ημέρες οι επόμενες δόσεις θα έχουν ως στόχο κυρίως την δημιουργία αυτού του αποθέματος ούτως ώστε να είναι καλύτερα καλυμμένη κυβέρνηση στην προσπάθεια που θα θέσει σε εφαρμογή για σταδιακή και εν συνεχεία πλήρη έξοδο στις αγορές.

 Μειώνεται το δάνειο

Το μαξιλάρι διαθεσίμων δεν είναι η μόνη διαφορά στον προγραμματισμό των δανειστών για εκταμιεύσεις από το δάνειο του ESM τους επόμενους 14 μήνες που απομένουν μέχρι την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος. Ενώ στην έκθεση της Επιτροπής του 2016 υπολογιζόταν ότι θα παραμείνει αδιάθετο στο τέλος του προγράμματος ένα ποσό της τάξης των 23 δισ. ευρώ, πλέον εκτιμάται ότι δεν θα χρειαστεί να χρησιμοποιηθούν 27,4 δισ. ευρώ, όχι μόνο λόγω των μικρότερων αναγκών ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, αλλά και λόγω πλέον των υψηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων που μειώνουν το ποσό το οποίο χρειάζεται η κυβέρνηση από τους δανειστές για να καλύψει τις ανάγκες της για πληρωμές δανείων αλλά και για εξόφληση των οφειλών του Κράτους προς ιδιώτες.

Τα φέσια δεν μειώνονται

Ένα άλλο σημείο που προκύπτει από τη σύγκριση των δύο εκθέσεων είναι ότι οι οφειλές του Κράτους προς ιδιώτες παρά την εκταμίευση δόσεων δεν μειώνονται. Ενώ το 2016 υπολογιζόταν από την Επιτροπή ότι θα χρειαζόταν ακόμη 7 δισ. ευρώ έως ότου εξοφληθούν πλήρως οι οφειλές του Κράτους προς ιδιώτες και αφού μεσολάβησε η καταβολή 3,5 δισ. ευρώ για αυτό το σκοπό, εκτιμάται τώρα ότι πρέπει να εξοφληθούν 6,5 δισ. ευρώ. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι νέες υποχρεώσεις δημιουργούνται που μένει να φανεί σε ποιο βαθμό θα καλυφθούν από τις δόσεις των δανειστών και σε ποιο βαθμό θα καλυφθούν από τα κρατικά ταμεία και τα πλεονάσματα, δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο μείωσης του μαξιλαριού διαθεσίμων που χρειάζεται η Ελλάδα για να βγει από τα μνημόνια. Κατά τα λοιπά η έκθεση εκτιμά ότι το χρέος είναι μη βιώσιμο μετά το 2045 καθώς τότε οι χρηματοδοτικές ανάγκες ετησίως θα ξεπερνούν το στόχο του 20% φτάνοντας το 20,8% έως το 2060, ενώ καταγραφούν μία σειρά από κινδύνους για την πορεία του προγράμματος και αμφισβητούν τη δυνατότητα της κυβέρνησης να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα για δεκαετίες.