Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ  Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ

Όλο και περισσότερο οι εταίροι-δανειστές μας σηκώνουν τα χέρια ψηλά με την ελληνική άρνηση για μεταρρυθμίσεις και κανείς δεν γνωρίζει πλέον πού θα καταλήξει η σημερινή κρίση

Παρά τις αισιόδοξες κορώνες περί του τέλους της αξιολόγησης και της επιτυχίας της, η κατάσταση είναι εξαιρετικά δυσάρεστη. Και εδώ κάποιοι περί άλλα τυρβάζουν.

Η αντίληψη είναι πλέον κυρίαρχη, τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσο και στο αντίστοιχο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Από τους τεχνοκράτες των θεσμικών αυτών οργάνων, η Ελλάδα θεωρείται μία «μη κανονική χώρα». Κατά συνέπεια, η περίφημη τρόϊκα επισημαίνει στις πολιτικές ηγεσίες ότι το –ήδη πολύ υψηλό– κόστος αυτής της «μη κανονικότητας» κάποιοι θα πρέπει να το αναλάβουν, άγνωστο για πόσο καιρό ακόμα.

Κορυφαίο στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, από αυτά που ο Γ. Βαρουφάκης σε συνεντεύξεις του αποκαλεί «χαρτογιακάδες», μάς έλεγε προσφάτως στις Βρυξέλλες ότι το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα ούτε θέλει, αλλά ούτε και μπορεί να πραγματοποιήσει την παραμικρή μεταρρύθμιση ουσίας στην χώρα. Συνεπώς, με μία οικονομία σε ύφεση και απωθητική στους παραγωγικούς επενδυτές, όσα οριζόντια δημοσιονομικά μέτρα  και αν πάρει, η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να ενταχθεί στο σύγχρονο αναπτυξιακό γίγνεσθαι, που είναι απαιτητικό.

«Η ελληνική οικονομία», μάς υπογράμμισε με έμφαση ο …χαρτογιακάς της Επιτροπής, «δεν παρουσιάζει ενεργητικότητα σε καμμία από εκείνες τις δραστηριότητες που τροφοδοτούν τις νέες αναπτυξιακές τάσεις της οικονομίας διεθνώς. Έτσι, στο μέτρο που η χώρα αρνείται πεισματικά να προσελκύσει επενδύσεις ικανές να προσφέρουν υψηλές προστιθέμενες αξίες, θα παραμένει στο περιθώριο της κινήσεως των διεθνών άμεσων επενδύσεων και άρα θα απομακρύνεται από τις νέες μορφές αναπτύξεως όπου κυριαρχούν σταδιακά οι γνώσεις και οι ψηφιακές τεχνολογίες».

Υπό αυτές τις συνθήκες –στις οποίες ποτέ δεν αναφέρεται ο λαλίστατος κύριος με το κόκκινο σιρίτι στον γιακά του– όσον αφορά στο αναπτυξιακό μέλλον της «μη κανονικής χώρας» δεν υπάρχει καμμία απολύτως αναπτυξιακή δυναμική. Είναι δε γνωστό, από την άποψη αυτή, στους εταίρους-δανειστές μας και όχι μόνον ότι, στην πρόσφατη αναφορά του για την ελληνική οικονομία (Country Report 15/16), η οποία εδώ αποσιωπήθηκε, το ΔΝΤ αναπτύσσει τον προβληματισμό και τις αμφιβολίες του για την εξέλιξη της οικονομίας, τονίζοντας ότι τα τελευταία τριάντα χρόνια η αύξηση της «καθαρής» παραγωγικότητας στην Ελλάδα ήταν σχεδόν μηδενική! Πρόκειται για μία συγκλονιστική διαπίστωση, η οποία σε οποιαδήποτε «κανονική» χώρα θα είχε σημάνει συναγερμό. Όχι όμως και στην Ελλάδα, όπου το πολιτικό σύστημα έχει άλλες προτεραιότητες –με κυρίαρχη αυτήν τού να βρίσκει δανεικά προς διανομή.

Ωστόσο, κατά το ΔΝΤ, η μεταβλητή που είναι γνωστή ως «συνολικός συντελεστής παραγωγικότητας» (total factor of productivity) και μετρά την άνοδο της τελευταίας αφού έχουν υπολογιστεί πρώτα οι επιπτώσεις στην οικονομική μεγέθυνση των αυξήσεων κεφαλαίων και εργασίας, στην χώρα μας αυξήθηκε από το 1984 έως το 2014 με ρυθμό 0,1% τον χρόνο, έναντι 1,5% μέσου κοινοτικού όρου. Με πιο απλά λόγια, το ΔΝΤ μάς λέει ότι τριάντα χρόνια τώρα οι παραγωγικοί πόροι στην Ελλάδα χρησιμοποιούνται με σχεδόν ανύπαρκτη απόδοση, φαινόμενο που από μόνο του λέει πολλά.

Κυρίως όμως υποδηλώνει ότι, στην παρούσα φάση της διεθνούς συγκυρίας, η χώρα ούτε παραγωγικές επενδύσεις μπορεί να προσελκύσει ούτε η ίδια διαθέτει τις απαραίτητες παραγωγικές δυνάμεις για να ξεφύγει από την ύφεση. Αυτός είναι και ο λόγος που, δυστυχώς, η χώρα μας είναι και η μόνη πλέον η οποία παραμένει στην ευρωζώνη υπό καθεστώς μνημονίου. Γιατί; η απάντηση είναι απλή. Όσο η Ελλάδα θα κυβερνάται από πολιτικές δυνάμεις που μοναδικό τους μέλημα είναι η διατήρηση και τροφοδοσία του αντιδραστικού και σκοταδιστικού πελατειακού κράτους και της διαφθοράς του, η φαυλοκρατία θα έχει το πάνω χέρι στο σήμερα και στο αύριο των Νεοελλήνων.

Αυτός εξάλλου είναι ο λόγος που οι πιο ικανοί και τολμηροί ρίχνουν μαύρη πέτρα πίσω τους. Εδώ τί να κάνουν; Να σπάνε καρύδια με την διαπλοκή και τον λαϊκισμό των χαχόλων;