Του  ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

Σε μια χώρα που καταρρέει η εμμονική ενασχόληση της κυβέρνησης με την δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ, γεννά απορίες και ερωτηματικά. Κι αυτό, γιατί τα θέματα αυτά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα, μια και άπτονται των βασικών πυλώνων της δημοκρατίας. Βεβαίως υπάρχουν πολλά στραβά τόσο στην Δικαιοσύνη όσο και στα θέματα της Ενημέρωσης.

Όμως η εκ του πονηρού παρέμβαση, και εν πολλοίς αντιθεσμική, δημιουργεί την  εικόνα μιας εκτελεστικής εξουσίας, που θέλει να φιμώσει τον Τύπο και παράλληλα να δημιουργήσει ανάλογες φοβίες, στους λειτουργούς της Δικαιοσύνης.

Στο θέμα της αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών έχουμε από την μια την αφαίρεση της ευθύνης από το ΕΣΡ και μεταβίβαση της στον αρμόδιο υπουργό, στην προκειμένη περίπτωση τον Ν.Παππά, και από την άλλη την εξαγγελία του αριθμού των αδειών, που περιορίζονται στις τέσσερεις.

Προκειμένου να δικαιολογήσει η κυβέρνηση τον περιορισμό των αδειών επικαλέστηκε μελέτη ενός ιταλικού ιδρύματος και παράλληλα στοιχεία, που προκύπτουν από τους αριθμούς των αδειών σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Τα πρώτο ερώτημα που προκύπτει είναι, γιατί η κυβέρνηση δεν ζήτησε μελέτες από τα ελληνικά πανεπιστήμια, που έχουν και την απαραίτητη τεχνογνωσία και επαρκή επιστημονική κατάρτιση και απευθύνθηκε σε ένα ιταλικό ινστιτούτο και παράλληλα γιατί έδωσε στοιχεία που αποδείχθηκαν ανακριβή, για τον αριθμό των αδειών που έχουν δοθεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Πέρα από την επιστημονική και την τεχνική τεκμηρίωση, είναι τοις πάσι γνωστό, ότι το ψηφιακό φάσμα της πολυπλεξίας δίνει πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες στον αριθμό των καναλιών, που μπορούν να εκπέμψουν σε σχέση με το αναλογικό σύστημα που ίσχυε μέχρι πρόσφατα.

Σε δεύτερη φάση η κυβέρνηση επικαλέστηκε την ανάγκη της βιωσιμότητας των καναλιών πανελλαδικής εμβέλειας, σε συνδυασμό με την μεγάλη πτώση της διαφημιστικής δαπάνης. Αυτός ο ισχυρισμός αποτελεί απαράδεκτη παρέμβαση στην λειτουργία της αγοράς, κάτι που δεν συνάδει με ένα καθεστώς ελεύθερης οικονομίας.

Βεβαίως η κυβέρνηση, ήδη με το νομοθετικό καθεστώς που έχει ήδη περάσει από το Κοινοβούλιο, θέτει όρους και προϋποθέσεις για όσους θα διεκδικήσουν πανελλαδική άδεια, που ποδηγετούν εκ των προτέρων την βιωσιμότητα των εν λόγω σταθμών.

Η υποχρέωση μισθοδοσίας πεντακοσίων υπαλλήλων από ένα κανάλι πανελλαδικής εμβέλειας, είναι στις μέρες μας μια επιβάρυνση στην οποία   δεν μπορεί να ανταποκριθεί, ένας τηλεοπτικός σταθμός. Γιατί κάτι τέτοιο συνεπάγεται ένα υπέρογκο και δυσβάστακτο μισθολογικό κόστος.

Στην εποχή μας, με την εξέλιξη της τεχνολογίας, στην διαδικασία της παραγωγής απαιτούνται πολύ λιγότεροι άνθρωποι απ ότι στο παρελθόν.

Οι κάμερες στα studio λειτουργούν χωρίς ανθρώπους από πίσω, ενώ το μοντάζ μέσω των υπολογιστών είναι πλέον μια απλή, εύκολη και ελάχιστα χρονοβόρα υπόθεση.

Όλα αυτά πρακτικά σημαίνουν ελαχιστοποίηση του προσωπικού ενός καναλιού. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τους δημοσιογράφους που τώρα πια έχουν την είδηση στην οθόνη του υπολογιστή τους, ή στο κινητό τους. Αντίθετα το μεγάλο κόστος στις μέρες μας  κατευθύνεται στην αγορά προγράμματος και σε αναθέσεις σε εξωτερικούς παραγωγούς. Αυτό σημαίνει ότι εντός ενός καναλιού θα χρειάζεται λιγότερο προσωπικό με το βάρος να πέφτει σε άλλα κέντρα κόστους.

Γίνεται λοιπόν φανερό ότι η όλη παρέμβαση δεν έχει σκοπό να αλλάξει  το τηλεοπτικό τοπίο μέσω της αδειοδότησης,  για την οποία κανείς δεν έχει αντίρρηση.

Και για του λόγου το αληθές μπορεί κανείς να επικαλεστεί τις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών, όπως αυτές που για να δικαιολογήσουν τις αντιδράσεις επαγγελματιών και αγροτών στο ασφαλιστικό, μιλούν για «κακή πληροφόρηση  απέναντι στην κυβέρνηση από το σύστημα διαπλοκής στα ΜΜΕ» ή άλλων που ζητούν από «τα κανάλια να ακολουθήσουν το παράδειγμα της ΕΡΤ» στο θέμα των μεταναστών την ώρα που έχουν απαγορεύσει στις κάμερες να παρακολουθήσουν τις διαδικασίες, που ακολουθούνται στα hot spots.

Ανάλογη τακτική, όπως αναφέρουν πληροφορίες,  πρόκειται να ακολουθήσει η κυβέρνηση και με τους ραδιοφωνικούς σταθμούς, που κι αυτοί λειτουργούν εδώ και δεκαετίες με προσωρινές άδειες.

Όμως, επειδή οι δορυφόροι δεν βομβαρδίζονται και το internet δεν φυλακίζετε, η όλη επιχείρηση ελέγχου του Τύπου θα πέσει στο κενό.

Στο θέμα της δικαιοσύνης τώρα, οι παρεμβάσεις του αναπληρωτή υπουργού, που συμβαίνει να είναι και πρώην δικαστικός, εγείρει πολλά ερωτηματικά μια και είναι η πρώτη φορά που συμβαίνουν γεγονότα όπως αυτό της αναφοράς δικαστικού με αποδέκτη  το πρόσωπο του κ.Δ. Παπαγγελόπουλου.

Βεβαίως και στη δικαιοσύνη, όπως και σε άλλους τομείς τα πράγματα δεν πάνε καλά, με πρώτο αυτό του χρόνου απονομής της, όμως άλλο θέμα είναι οι διαδικασίες επίσπευσης των αποφάσεων και άλλο οι υπουργικές  παρεμβάσεις, για την μετακίνηση χειρισμού μιας υπόθεσης από τον ένα δικαστικό λειτουργό στον άλλο.

Αν υπάρχουν παρατράγουδα στο χώρο της δικαιοσύνης μπορούν αυτά να τα θεραπεύσουν οι αρμόδιοι εισαγγελείς και οι επικεφαλείς των δικαστικών οργάνων και όχι οι πολιτικοί, που μιλούν δημοσίως, με απειλητικούς τόνους, γενικώς και αορίστως για δικαστικά πραξικοπήματα.

Δικαιοσύνη και ΜΜΕ είναι δύο όψεις ενός νομίσματος που έχει αντίκρισμα την ίδια την δημοκρατία, μια και κυβερνήσεις υπάρχουν και στα αυταρχικά καθεστώτα. Καλό είναι η παρούσα εξουσία να πάψει να κινείται μονομερώς, μια και αυτός ο δρόμος είναι ολισθηρός, και να επανέλθει στη διαδικασία του διαλόγου, αποφεύγοντας τις κινήσεις του τύπου αποφασίζομεν και διατάσσομεν…